Το αρχοντικό των Μπάμπουρα

Πολλά έτη πέρασαν από την μαύρη εκείνη ημέρα όπου σκληρή και άδικη μοίρα παρέδωσε το ακραιφνώς Ελληνικό Με­λένικο εις τους Βουλγάρους.

Την ημέρα εκείνη, οι απελπισμένοι Μελενικιώτες που έσπευσαν να καταφύγουν εις τας Σέρρας και το Σιδηρόκαστρον, συναποκομίζοντες ό,τι πολυτιμότερον είχαν, και πρωτίστως τα Ευαγγέλια, τις εικόνες και τα ιερά σκεύη των εκκλησιών τους, άνοιξαν τα αμέτρητα πελώρια βαρέλια των δεκάδων χιλιάδων οκάδων που ήταν εντειχισμένα μέσα στις λεγάμενες «τρυπητές» (στοές) των γύρω λόφων και πλημμύρισαν οι ρεματιές και οι χαράδρες από άλυκο κρασί. Ήταν —μάς έχουν διηγηθεί αυτόπτες μάρτυρες— σαν νά’τρεχε ποτάμι το αίμα του Μελενίκου.

Σήμερα πλέον γνωρίζομε πολύ λίγα πράγματα για τα τελευταία χρόνια της ζωής του Μελενίκου του δεκάτου ένατου αιώνος. Οι παλαιότεροι πού γεννήθηκαν και έζησαν εκεί απέθαναν, και οι νεώτεροι, που με υπερηφάνεια διακηρύσσουν την καταγωγή τους, ως επί το πλείστον έφυγαν βρέφη από εκεί και δε θυμούνται τίποτε.

Προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε στοιχεία για τα κτίρια του, τη ζωή του και τα έθιμά του από παλαιότερα δημοσιεύματα, σημειώσεις και γράμματα. Δι’ αυτόν τον λόγον νομίζουμε ότι δε στερείται ενδιαφέροντος η αναδημοσίευση εν μεταφράσει παλαιοτέρας Γαλλικής μελέτης που αφορά το «μεγάλο σπίτι» του Μελενίκου και πού εγγράφει το 1902 απ’ τον γάλλο στρατηγό ντε Μπελιέ.

Και ο μεν γάλλος Στρατηγός είδε το σπίτι αυτό εις άθλια και πτωχική πλέον κατάσταση. Κατά το λέγειν όμως της μόνης σήμερον ζώσης απογόνου των Μπάμπουρα, Ελένης Χατζημιχάλη, και συμφώνως προς την παράδοση και ένα Με­λενικιώτικο τραγούδι, γνώρισε ήμερες δόξης μεγάλης και ήταν η κατοικία ενός των προυχόντων της παλαιάς Βυζαντινής πόλεως. Ιδού η μετάφραση του γαλλικού κειμένου:

«Το μόνο ιδιωτικό σπίτι της βυζαντινής εποχής που μας είναι γνωστόν είναι το αρχοντικό σπίτι του Μελενίκου.

Το σπίτι του Μελενίκου, «το μεγάλο σπίτι», όπως το έλεγαν οι Μελενίκιοι, χτίσθηκε εις το μέσον της πόλεως και σε ένα αντέρεισμα που δεσπόζει αυτής, ίσως τον 12ον αιώνα, αλλά πιθανότερο τον 14ον αν κρίνει κανείς από τη διακόσμηση της προσόψεως. Είναι σπίτι τετράγωνο, κάθε πλευρά έχει μήκος 17,60μ και είναι ενισχυμένο με έναν μεγάλο πύργο και διασκευασμένο διά άμυνα αν και είναι αποκλειστικώς κατοικία.

Η πόλις του Μελενίκου, που βρίσκεται στα σύνορα Βουλγαρίας και Μακεδονίας, έχει μείνει ακραιφνώς Ελληνική. Τον καιρό του Βυζαντίου χρησίμευε ως τόπος εξορίας των εν δυσμενεία αξιωματούχων και οι κάτοικοι του σημερινού, πολύ ξεπεσμένου αρχοντικού, διατείνονται ότι κατάγονται από μία των σπουδαίων αυτών προσωπικοτήτων. Αλλά ας αφήσουμε τον θρύλο και ας πάρουμε το σπίτι γι’ αυτό που είναι πράγματι, δηλ. ανάκτορο των πάλαι ποτέ αρχόντων τής χώρας.

Ο κος Περδριζέ ανακάλυψε το πολύτιμο αυτό μνημείο όταν ερευνούσε την Μακεδονία κατ’ εντολή της Σχολής Αθηνών. Κατά παράκληση μας πήγε προς συνάντηση του και ο Κος Σεναί την άνοιξη του 1901 και εκπόνησε το σχέδιο, το όποιο δημοσιεύομε.

Το σπίτι είναι κατασκευασμένο από μικρά αγκωνάρια και τούβλα που σχηματίζουν πολύ απλά γεωμετρικά σχέδια. Ο πύργος που χρησίμευε ως «βίγλα» και δια την άμυνα, ήταν ξύλινος και είναι εν μέρει πολύ νεώτερος. Μόνο το κάτω μέρος του είναι από πέτρα και τούβλα και της ιδίας εποχής με το υπόλοιπο οικοδόμημα.

Το σπίτι έχει ισόγειο και δύο πατώματα εις την κυρία πρόσοψη. Το πίσω μέρος έχει δύο πατώματα. Η διάταξη αυτή έγινε αναγκαστικά λόγω της κλίσεως του εδάφους. Τα παράθυρα είναι στρογγυλεμένα προς τα επάνω και έχουν 1,10μ ύψος επί 1,15μ πλάτος. Ο αριθμός τους δεν είναι ο αυτός σε κάθε πρόσοψη, η μία δεν έχει καθόλου ανοίγματα.

Το εσωτερικό περιλαμβάνει μία μεγάλη κεντρική αίθουσα πλακόστρωτη (εξάγωνες πλάκες των όποιων κάθε πλευρά έχει μήκος 0,20μ), η οποία καταλαμβάνει όλο το ύψος της οικοδομής, και δέκα δωμάτια, δηλ. πέντε σε κάθε όροφο. Τα δωμάτια αυτά συγκοινωνούν μεταξύ τους και έχουν επίσης το κάθε ένα μία θύρα προς την κεντρική αίθουσα.

Το δωμάτιο αριστερά της εισόδου είναι σχετικώς κομψό και έχει οροφή καινούργια με μεγάλη ξύλινη επένδυση τουρκικού ρυθμού, υστέρα έρχονται οι κοιτώνες και δεξιά υπάρχει ένα μαγειρείο. Όλα αυτά είναι σε πολύ κακή κατάσταση και πολύ πτωχικά.

Το δεύτερο πάτωμα είναι ακατοίκητο και χρησιμεύει ως αποθήκη. Ανεβαίνει κανείς από μία σκάλα η όποια τελειώνει σε μια ξύλινη σοφίτα την όποια υποβαστάζουν δύο ξύλινοι δοκοί. Οι τοίχοι διαχωρισμού έχουν υποστεί μεταβολές από τον καιρό τής αρχικής ανοικοδομήσεως καθώς και το κάτω μέρος του τοίχου της προσόψεως εις τον οποίον έχουν γίνει επισκευές. Αλλά η γενική διαρρύθμιση πιθανότατα δεν έχει αλλάξει.

Μια πέτρινη σκάλα, της οποίας φαίνονται ακόμη οι βάσεις, χρησίμευε διά την άνοδο εις αυτό που σήμερα είναι αποθήκη.

Κατά την γνώμη μας ευρισκόμεθα προ τυπικής ανατολικής κατοικίας της Συρίας, Αφρικής και του Ισπανικού Νότου, συνισταμένης από χώρους οι οποίοι περιβάλλουν από τρεις πλευρές μία εσωτερική αυλή λεγομένη «Πάτιο». Η δριμύτητα του κλίματος της πόλεως του Μελενίκου, η οποία ευρίσκεται σε τόσον ορεινό μέρος, ανάγκασε τον αρχιτέκτονα «να σκεπάσει» το προαύλιο αυτό με στέγη.

Άραγε να είχε το δεύτερο πάτωμα εσωτερικό, συνεχόμενο ξύλινο εξώστη κατ’ αναλογία προς τα αραβικά σπίτια; Η σημερινή κατάσταση της ετοιμόρροπου τοιχοποιίας δεν μας επιτρέπει συμπεράσματα. Ίσως το πάτωμα αυτό να χρησίμευε εν μέρει ως γυναικωνίτης και ως αποθήκη και εργαστήρια.

Έμπροσθεν της κυρίας εισόδου του σπιτιού την όποια πλαγιοφύλαγε ο πύργος υπήρχε μια σκάλα με ολίγες βαθμίδες.

Το σπίτι του Μελενίκου το οποίον μέχρι στιγμής είναι μοναδικό εις το είδος του, δεν είναι εις θέση να μας καταπλήξει με τον πλούτο της εποχής του, αλλά παρ’ όλα ταύτα είναι πολύ ενδιαφέρον διότι μας δείχνει τον μέχρι τούδε άγνωστο τύπο επαρχιακού ανακτόρου άρχοντος ή κατοικίας πλουσίου άστου άκριτικής πόλεως».

Εδώ τελειώνει ή περιγραφή τού Στρατηγού ντε Μπελιέ.

Εις το Μελένικον, το «μεγάλο σπίτι» ήταν γνωστό και με το όνομα «το σπίτι τής ώρας», διότι κάποτε —δεν κατορθώσαμε να μάθουμε ακριβώς πότε— ό πύργος του πλουτίσθηκε μ’ ένα μεγάλο ρολόι.

Το ρολόι δεν υπάρχει πια. Οι ρυθμικοί του κτύποι, ο σφυγμός του Μελενίκου, σίγησε. Ίσως να έπεσε και ο πύργος…

Στην καρδιά όμως όλων των Μελενικιωτών, κι εκείνων ακόμη που δε γνώρισαν το αγέρωχο αυτό κάστρο του Ελληνισμού, αντηχούν πάντα οι ρυθμικοί παλμοί του Μελενίκου, σα γνώριμη φωνή που τους καλεί κοντά του, στα μάτια τους φεγγοβολούν οι σταυροί και οι τρούλοι των εκκλησιών του και μες στην ψυχή τους ορθώνεται περήφανα ο πύργος των Μπάμπουρα με λάβαρο και σημαία του τ’ άσπρα σύννεφα και τον γαλανό ουρανό.

 

20 Μαΐου 1953
ΛΙΛΙΚΑ ΧΡΗΣΤΟΜΑΝΟΥ-ΚΑΛΙΝΣΚΗ